Η παγκόσμια αγορά μελιού έχει γνωρίσει σημαντική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, εξ΄ αιτίας της αυξανόμενης χρήσης του προϊόντος στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, καθώς και της αυξανόμενης ζήτησης λόγω της ευαισθητοποίησης για τα οφέλη της υγείας που σχετίζονται με το μέλι.
Σύμφωνα με διάφορες επίσημες πηγές και αναλύσεις αγοράς, η παγκόσμια αγορά μελιού εκτιμάται περίπου στα 10 δισ δολάρια, με προβλέψεις για αύξηση της τα επόμενα χρόνια. Στην Ευρώπη, η ΕΕ αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό μελιού μετά την Κίνα, ωστόσο αποτελεί καθαρό εισαγωγέα μελιού, με κύριους προμηθευτές την Κίνα και την Ουκρανία.
Στο πλαίσιο των προσπαθειών υποστήριξης και ενημέρωσης των ελληνικών επιχειρήσεων συντάχθηκε από το Γραφείο ΟΕΥ – Μιλάνου σχετική μελέτη, η οποία περιλαμβάνει πληροφορίες και στοιχεία για τον κλάδο της μελισσοκομίας στην Ιταλία.
Η μελέτη εστιάζει στην ιταλική αγορά μελιού, με ιδιαίτερη αναφορά στην παραγωγή, τη ζήτηση, την εμπορική δραστηριότητα, τον ανταγωνισμό, τις καταναλωτικές συνήθειες, καθώς και τις προοπτικές και προκλήσεις του εν λόγω κλάδου στην χώρα, η οποία αποτελεί σημαντικό κέντρο μελισσοκομίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Συνοψίζοντας τα κυριότερα σημεία της παρούσας μελέτης συγκρατούνται τα ακόλουθα:
Εγχώρια Παραγωγή και Προσφορά: Η Ιταλία παράγει ποικίλες κατηγορίες μελιού, ως επί τω πλείστων ανθόμελα, ωστόσο τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις στην παραγωγή της, κυρίως λόγω κλιματικών συνθηκών. Οι κυριότερες περιοχές παραγωγής περιλαμβάνουν τις πεδιάδες της Λομβαρδίας, τις ορεινές περιοχές των Άλπεων και τα νησιά Σικελία και Σαρδηνία.
Εγχώρια Ζήτηση και Καταναλωτική Συμπεριφορά: Η Ιταλία δεν μπορεί να ανταγωνιστεί με όρους μαζικής και φθηνής παραγωγής, γι’ αυτό και καλύπτει τις ανάγκες της με εισαγωγές. Η κατανάλωση μελιού παραμένει σταθερή, ιδίως ως πρώτη ύλη για προϊόντα υγείας και καλλυντικά.
Εμπόριο και Ανταγωνισμός: Η Ιταλία εισάγει σημαντικές ποσότητες μελιού, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο είναι αρνητικό. Το ανταγωνιστικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από έντονη παρουσία ξένων προϊόντων και πιέσεις στις τιμές λόγω φθηνών εισαγωγών.
Προοπτικές: Οι προοπτικές του κλάδου περιλαμβάνουν την ενίσχυση της εξωστρέφειας μέσω συνεργασιών μικρών παραγωγών, την αξιοποίηση νέων αγορών και την ενίσχυση της παραγωγής ποιοτικού μελιού με υψηλή προστιθέμενη αξία.
Εν κατακλείδι, η μελέτη υπογραμμίζει τη σημασία της μελισσοκομίας για το οικοσύστημα και την οικονομία της Ιταλίας, επισημαίνοντας τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που ανακύπτουν για τον κλάδο, καθώς και τις προοπτικές των ελληνικών μελισσοκομικών προϊόντων στην ιταλική αγορά.
Στα 14,66 δισ. δολάρια θα φτάσει η παγκόσμια αγορά μελιού το 2032
Ποιες οι 10 σημαντικότερες χώρες στον κόσμο στην παραγωγή μελιού
Η παγκόσμια αγορά μελιού αποτιμάται σήμερα περίπου 10 δισ δολάρια και αναμένεται να αναπτυχθεί με σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 4,62% την περίοδο 2024-2032, φτάνοντας τα 14,66 δισεκατομμύρια δολάρια το 2032.
Το μέλι, εκτός από αυτόνομο προϊόν, χρησιμοποιείται ευρέως ως συστατικό σε τρόφιμα, ποτά και καλλυντικά σε όλο τον κόσμο. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων (FAO), η παγκόσμια παραγωγή μελιού το 2023 ανήλθε σε 1,83 εκατ. τόνους, σημειώνοντας μικρή αύξηση 1,6% σε σχέση με το 2022 και 5,6% σε σχέση με το 2021.
Η μισή παγκόσμια παραγωγή προέρχεται από τις 7 κορυφαίες παραγωγές χώρες, μεταξύ των οποίων η Κίνα ξεχωρίζει με το ¼ του συνόλου. Στην Ευρώπη, η μελισσοκομία ασκείται σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), με διαφορετικές συνθήκες παραγωγής, αποδόσεις και πρακτικές.
10 Σημαντικότερες χώρες στον κόσμο στην παραγωγή μελιού
Χώρα | ΠααγωγήΜελιού(τόνοι) | |
1 | Κίνα | 461.900 |
2 | Τουρκία | 118.297 |
3 | Ιράν | 79.535 |
4 | Ινδία | 74.204 |
5 | Αργεντινή | 70.437 |
6 | Ρωσική Ομοσπονδία | 67.014 |
7 | Μεξικό | 64.320 |
8 | Ουκρανία | 63.079 |
9 | Βραζιλία | 60.966 |
10 | Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής | 56.849 |
Πηγή:FAO(στοιχεία2022)
Η αξία της αγοράς μελιού στην Ευρώπη αναμένεται να αυξηθεί από 3,36 δισ δολάρια το 2023 σε 4,24 δισ δολάρια το 2028, με σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 4,76%. Το τμήμα διατροφής κυριάρχησε στην αγορά το 2022, αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 72% του μεριδίου.
Η ΕΕ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός μελιού παγκοσμίως (~418.330 τόνοι το 2022), μετά την Κίνα, και ταυτόχρονα είναι καθαρός εισαγωγέας μελιού από τρίτες χώρες, με κύριους προμηθευτές την Κίνα και την Ουκρανία. Το εμπορικό ισοζύγιο μελιού της ΕΕ είναι σε μεγάλο βαθμό αρνητικό, καθώς οι εισαγωγές υπερβαίνουν τις εξαγωγές, και η ΕΕ παραμένει μόνο ~63% αυτάρκης σε μέλι.
Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί μελιού στην ΕΕ είναι η Ρουμανία, η Ισπανία, η Ουγγαρία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ελλάδα, η Γαλλία και η Πολωνία, οι οποίες βρίσκονται κυρίως στην κεντρική και νότια Ευρώπη, όπου οι κλιματικές συνθήκες ευνοούν τη μελισσοκομία.
Η ΕΕ παράγει επίσης διάφορα άλλα μελισσοκομικά προϊόντα, όπως γύρη, πρόπολη, βασιλικό πολτό και κερί. Όλο το μέλι που διατίθεται στην αγορά της ΕΕ πρέπει να πληροί τα πρότυπα ποιότητας και σήμανσης που ορίζονται στην Οδηγία για το Μέλι (2001/110). Η διεθνοποιημένη αγορά έχει οδηγήσει την πρωτογενή παραγωγή σε μια κατεύθυνση συμπίεσης του κόστους, με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται πρακτικές μη ασφαλούς παραγωγής και αναζήτησης φθηνών πρώτων υλών για τη μαζική βιομηχανία τροφίμων.
Η Ιταλία, ως περιοχή πρωτογενούς παραγωγής, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί με όρους μαζικής και φθηνής παραγωγής, λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους της. Παρά την πιθανή εξωστρέφεια μέσα από συνεργασίες μικρών παραγωγών, η χώρα πρέπει επίσης να καλύψει τις εσωτερικές της ανάγκες, συνήθως μέσω εισαγωγών μελιού.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΙΜΕΡΟΥΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ /ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΕΣ
Οι προοπτικές και οι προκλήσεις για τα ελληνικά προϊόντα
Η Ελλάδα βρίσκεται στην 6η θέση με μερίδιο 3,9% ακολουθώντας μια πτώση το 2023 σε σχέση με το 2021 τόσο της αξίας εισαγωγών με -28% όσο και της ποσότητας με -32,2%. Παρατηρώντας τον πίνακα με τις μέσες τιμές ανά κιλό εισαγωγής διαπιστώνουμε ότι, το 2023 η μέση τιμή ανά κιλό εισαγωγής αυξήθηκε κατά 6,7% φτάνοντας τα 3,3 €/Kg. Η πτώση των εισαγωγών από Ελλάδα οφείλεται κυρίως στη σημαντική αύξηση των εισαγωγών από Πολωνία και Ουκρανία οι οποίες μείωσαν περαιτέρω τη μέση τιμή φτάνοντας τη στα 2,2 €/Kg. Ωστόσο, παρατηρούμε ότι το 55% των ιταλικών εισαγωγών σε μέλι γίνεται από τρεις χώρες της ΕΕ, με τιμές/Kg υψηλότερες από εκείνες της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, αυτό σημαίνει ότι, στην περίπτωση που η ελληνική παραγωγή το επιτρέπει, και στο βαθμό που αναπτυχθεί στοχευμένη προβολή και προώθηση του ελληνικού μελιού στην εδώ αγορά, υπάρχουν περιθώρια αύξησης του μεριδίου εξαγωγών του ελληνικού μελιού στην Ιταλία το οποίο έχει πιο ανταγωνιστική τιμή.
Συμπερασματικά, φαίνεται ότι, κατ΄ αρχήν, υπάρχουν προοπτικές για τα ελληνικά μελισσοκομικά προϊόντα στην ιταλική αγορά και οι παράγοντες που υποστηρίζουν αυτή την εκτίμηση είναι οι ακόλουθοι:
Υψηλή Ποιότητα: Το ελληνικό μέλι έχει καθιερωθεί για την υψηλή ποιότητα του, με μοναδικές γεύσεις και αρώματα που οφείλονται στην ποικιλία των φυτών και το ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον της χώρας μας.
Δυνητική Αυξανόμενη Ζήτηση: Υπάρχουν καταναλωτές στην Ιταλία που αναζητούν όλο και περισσότερο φυσικά και υγιεινά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του μελιού, ενισχύοντας δυνητικά και τη ζήτηση για ελληνικό ποιοτικό μέλι.
Οικολογικές Πρακτικές: Οι Έλληνες μελισσοκόμοι εφαρμόζουν συχνά οικολογικές και βιώσιμες πρακτικές παραγωγής, οι οποίες είναι ελκυστικές για ορισμένους καταναλωτές οι οποίοι ενδιαφέρονται για την ποιότητα και την προέλευση των προϊόντων.
Κοινή Ευρωπαϊκή Αγορά: Η ενιαία αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρέχει ευκαιρίες για την εξαγωγή ελληνικών μελισσοκομικών προϊόντων στην Ιταλία χωρίς εμπορικά εμπόδια.
Με βάση αυτούς τους παράγοντες, υπάρχουν περιθώρια επέκτασης των ελληνικών μελισσοκομικών προϊόντων στην ιταλική αγορά, εφόσον διατηρηθεί η ποιότητα και η βιώσιμη παραγωγή τους και πραγματοποιηθούν στοχευμένες και καλά μελετημένες δράσεις προώθησης και προβολής.
Από την άλλη πλευρά, οι προκλήσεις για το ελληνικό μέλι στην ιταλική αγορά περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
Ανταγωνισμός: Η Ιταλία είναι γνωστή για την παραγωγή μελιού, και οι τοπικοί παραγωγοί αντιμετωπίζουν ήδη έντονο ανταγωνισμό μεταξύ τους.
Προστιθέμενη Αξία: Η αύξηση της προστιθέμενης αξίας του ελληνικού μελιού μπορεί να αποτελέσει πρόκληση, για τους καταναλωτές οι οποίοι θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερα για μελισσοκομικά προϊόντα υψηλής ποιότητας.
Νομοθεσία και Πρότυπα Ποιότητας: Η συμμόρφωση με τη νομοθεσία και τα πρότυπα ποιότητας της Ιταλίας μπορεί να απαιτήσει πρόσθετες προσπάθειες και δαπάνες από τους Έλληνες παραγωγούς.
Εμπορικές Σχέσεις: Η εύρεση κατάλληλων εμπορικών συνεργατών και διανομέων στην Ιταλία μπορεί να απαιτήσει χρόνο και προσπάθεια.
Κλιματικές Μεταβολές: Οι κλιματικές αλλαγές μπορεί να επηρεάσουν την ποιότητα και την παραγωγή του μελιού, προκαλώντας αστάθεια στην προσφορά. Οι παραγωγοί μελιού στην Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις με στρατηγική και καινοτομία, προκειμένου να εδραιώσουν την παρουσία τους στην ιταλική αγορά και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες για ανάπτυξη.
Για την αντιμετώπιση των προκλήσεων αναφέρονται ενδεικτικά οι ακόλουθοι τρόποι:
• Εκστρατείες Μάρκετινγκ: Η προώθηση των ελληνικών μελισσοκομικών προϊόντων μέσω αποτελεσματικών εκστρατειών μάρκετινγκ είναι ζωτικής σημασίας (π.χ. διαφημίσεις, προβολή σε διαδικτυακές πλατφόρμες, συμμετοχής σε εκθέσεις και εκδηλώσεις ή άλλες στοχευμένες προωθητικές δραστηριότητες).
• Αναζήτηση Συνεργατών: Η εύρεση αξιόπιστων εμπορικών συνεργατών και η συνεργασία με τοπικούς εισαγωγείς και διανομείς που έχουν ήδη καθιερωθεί στην αγορά της Ιταλίας είναι κρίσιμη.
• Προσαρμογή στη Νομοθεσία: Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εξοικείωση και η ανάλογη προσαρμογή των Ελλήνων παραγωγών με τη νομοθεσία και τα πρότυπα ποιότητας της Ιταλίας, ώστε να διασφαλίσουν τη συμμόρφωσή τους και την επιτυχή εισαγωγή των προϊόντων τους στην εδώ αγορά.
Επιπλέον, εξαιτίας της σημαντικής ιταλικής παραγωγής μελιού δημιουργούνται επίσης μεγάλα περιθώρια συνεργασιών και δραστηριοποίησης για ελληνικές επιχειρήσεις που προμηθεύουν με εξοπλισμό και μελλισοτροφές τους μελισσοκόμους. Με στρατηγική προσέγγιση και προσήλωση στην ποιότητα και την προώθηση, οι μελισσοκόμοι και εξαγωγείς της Ελλάδας μπορούν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις προκλήσεις της ιταλικής αγοράς και να επωφεληθούν από τις ευκαιρίες ανάπτυξης. Το Γραφείο ΟΕΥ-Μιλάνου (Τηλ: +3902 72095543 , 80504361 Email: ecocom-milano@mfa,gr) μπορεί να σταθεί αρωγός στις προσπάθειες των ελληνικών επιχειρήσεων και να συμβάλει ενεργά στην ενημέρωσή τους, στην επέκταση του δικτύου των επαφών τους και στην ανεύρεση των κατάλληλων συνεργατών, καθώς και στην οργάνωση δράσεων εξωστρέφειας, προβολής και προώθησης των προϊόντων τους.