Ονομάζονται «ματωμένα μέταλλα», κατ' αντιστοιχία με τα «ματωμένα διαμάντια» της Σιέρα Λεόνε. Και είναι αυτό ακριβώς που δηλώνει το όνομά τους: ορυκτά, όπως χρυσός, κασσίτερος, βολφράμιο και κολτάνιο, απαραίτητα για την κατασκευή smartphones και υπολογιστών, που είναι βουτηγμένα στο αίμα εργατών, συχνά ανήλικων παιδιών, που «δουλεύουν» υπό συνθήκες σκλαβιάς σε επικίνδυνα ορυχεία της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Τα «αφεντικά» είναι αιμοδιψείς πολέμαρχοι, διεφθαρμένοι στρατιωτικοί και πολιτικοί, συμμορίες οργανωμένου εγκλήματος. Και οι εχέμυθοι μέχρι συνενοχής «πελάτες» είναι οι μεγάλες εταιρείες κατασκευής φορητών συσκευών επικοινωνίας.
«Στο Ανατολικό Κονγκό άνθρωποι δολοφονούνται για χάρη "αναβαθμίσεων" όλο και μικρότερης χρησιμότητας στα δικά μας smartphones» γράφει σε πρόσφατο ρεπορτάζ του ο ακτιβιστής και βραβευμένος δημοσιογράφος της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» Τζορτζ Μόνμπιοτ. Αποκαλύπτει ότι αρκετές εταιρείες δεν έχουν «ορατότητα» όσον αφορά την προέλευση των υλικών τους και το αν αυτά έρχονται από νόμιμα ή παράνομα, «ματωμένα» ορυχεία. Η εταιρεία Apple, γράφει, έχει απαντήσει επανειλημμένως στις σχετικές ερωτήσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ ότι τα μέταλλα που χρησιμοποιεί προέρχονται από 211 μεταλλουργικές μονάδες διασκορπισμένες σε όλον τον κόσμο, οι οποίες ωστόσο ενδέχεται να χρησιμοποιούν μέταλλα που προέρχονται από παραστρατιωτικές ομάδες στο Κονγκό.
Η μόνη εταιρεία που έχει όντως λάβει μέτρα εναντίον του φαινομένου είναι η Nokia που συμμετέχει σε έξι πρωτοβουλίες κυβερνήσεων και ομάδων εθελοντών ώστε να παράγονται «κινητά που δεν θα είναι βουτηγμένα στο αίμα». Η ίδια όμως παραδέχεται ότι «δεν υπάρχει ένα 100% αξιόπιστο σύστημα που να μας επιτρέπει να γνωρίζουμε την αρχική πηγή των υλικών μας».
Καθημερινές σκηνές ντροπής εκτυλίσσονται στα εκατοντάδες παράνομα ορυχεία του αχανούς Ανατολικού Κονγκό: μικρά παιδιά «δουλεύουν» μέσα σε επικίνδυνες στοές για 12-14 συνεχόμενες ώρες. Με αξίνες και φτυάρια βγάζουν και κατόπιν κοσκινίζουν το χώμα με τα γεμάτα κάλους χέρια τους. Αν αρνηθούν να εργαστούν ή προσπαθήσουν να διαφύγουν και πιαστούν, τότε ακολουθούν μαστιγώματα, βιασμοί, ακόμη και αποκεφαλισμοί «για παραδειγματισμό».
Δίπλα τους, μεγαλύτεροι σε ηλικία εργάτες, φορώντας γαλότσες, ψάχνουν γονατιστοί στη λάσπη για οτιδήποτε ορυκτό που θα μπορούσε να τους εξασφαλίσει «μεροκάματο» ενός ως δύο ευρώ. «Τα ορυχεία που ανοίγουν κατά δεκάδες στα ανατολικά της χώρας είναι απλές αυτοσχέδιες τρύπες μέσα σε βουνοπλαγιές» λέει η Σοφία Πικλς από τη βρετανική ΜΚΟ υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων «Global Witness». Και κάνει λόγο για τεράστια κέρδη τα οποία χρηματοδοτούν βίαιες εθνοτικές συγκρούσεις, παρά την επίσημη λήξη του εμφυλίου πολέμου το 2003. Ντόπιοι πολέμαρχοι έχουν στη δούλεψή τους ανήλικα παιδιά στα ορυχεία του πολύτιμου κολτανίου, από το οποίο εξάγεται το ταντάλιο, συστατικό απαραίτητο στην κατασκευή πυκνωτών για τα κινητά τηλέφωνα και τους φορητούς υπολογιστές.
Ο νόμος Dodd-Frank, που υπεγράφη από τον αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα το 2010, απαιτεί από τις αμερικανικές εταιρείες να αποκαλύπτουν τη χρήση «ματωμένων ορυκτών». Η βρετανική εφημερίδα «Times» επικοινώνησε με μεγάλες εταιρείες ηλεκτρονικών και ζήτησε να μάθει αν χρησιμοποιούν τέτοια μέταλλα. Οι εταιρείες παραδέχθηκαν ότι τα προϊόντα τους ενδέχεται να τα περιέχουν, ωστόσο δήλωσαν άγνοια για οτιδήποτε άλλο. Κάποιες, όπως η Vodafone, επέρριψαν εξ ολοκλήρου την ευθύνη στους «μεσάζοντες» της αφρικανικής χώρας υποστηρίζοντας πως «είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαπιστωθεί» ποια από τα ορυχεία βρίσκονται εκτός εμπόλεμων περιοχών και ποια είναι νόμιμα και λειτουργούν με άδεια και με ανθρώπινες συνθήκες εργασίας.
Καταραμένος πλούτος
Στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο οι σφαίρες που σκότωσαν τα εκατομμύρια θύματα στο Δυτικό Μέτωπο περιείχαν κατά 75% χαλκό από το Κονγκό. Στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο το ουράνιο με το οποίο κατασκευάστηκε η ατομική βόμβα που κατέστρεψε τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι προήλθε από ένα ορυχείο του Κονγκό.
«Να αντιδράσουν οι καταναλωτές»
Οι αγοραστές των τηλεφώνων θα μπορούσαν να βρουν τη δύναμη για να αλλάξει η κατάσταση, εκτιμά μιλώντας στο «Βήμα» η Σοφία Πικλς από τη βρετανική ΜΚΟ «Global Witness».