Η Γερμανία διαθέτει μία από τις ισχυρότερες και πιο ανταγωνιστικές αγορές τροφίμων και ποτών στην Ευρώπη, με έμφαση στην ποιότητα, την ασφάλεια και την καινοτομία. Η είσοδος νέων προϊόντων απαιτεί συμμόρφωση με αυστηρές προδιαγραφές, καλή γνώση των καναλιών διανομής και προσαρμογή στις καταναλωτικές τάσεις.
Τα παραπάνω αναφέρονται σε έρευνα για την αγορά γερμανικών τροφίμων και ποτών που εκπόνησε το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας μας στο Ντίσσελντροφ.
Συνεχίζοντας στην έρευνα αναφέρονται τα εξής:
Η γερμανική αγορά τροφίμων και ποτών εμφανίζει πολύ υψηλό βαθμό συγκέντρωσης με τα supermarkets και τα εκπτωτικά καταστήματα (discounters) να κυριαρχούν. Μάλιστα, εντός του τομέα λιανικού εμπορίου τροφίμων, τέσσερις αλυσίδες πραγματοποιούν το 75% των πωλήσεων. Ωστόσο, τα ελληνικά προϊόντα διατίθενται κυρίως σε ομογενειακά και ethnic καταστήματα, μη έχοντας καταφέρει στην πλειοψηφία τους, εκτός λιγοστών εξαιρέσεων, να καθιερωθούν στις μεγάλες αλυσίδες λιανικού εμπορίου.
Οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων και ποτών προς τη Γερμανία παρουσιάζουν σημαντική αύξηση ως προς την αξία κατά την τελευταία 15ετία, ωστόσο, σε όρους ποσότητας εμφανίζονται ελαφρώς μειωμένες. Παρά το γεγονός ότι το εμπορικό ισοζύγιο τροφίμων και ποτών έχει μετατραπεί σε πλεονασματικό υπέρ της χώρας μας τα τελευταία 7 έτη, η Ελλάδα καταλαμβάνει μόλις τη 16η θέση μεταξύ των προμηθευτών της Γερμανίας σε τρόφιμα και ποτά, γεγονός που αποδεικνύει τον πολύ μεγάλο ανταγωνισμό που υπάρχει σε μια τόσο ανοιχτή αγορά όσο η γερμανική, όπου κυριαρχούν χώρες με πολύ μεγάλη παραγωγή, ισχυρό brand name και γεωγραφική εγγύτητα (Ολλανδία, Ιταλία και Γαλλία).

Δεδομένου ότι οι Γερμανοί καταναλωτές αποδίδουν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία στην ποιότητα, τη γεύση και τη φρεσκάδα, με αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη βιωσιμότητα και την υγιεινή διατροφή, οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εστιάσουν στα βιολογικά προϊόντα καθώς και τα προϊόντα ΠΟΠ/ΠΓΕ, δεδομένου ότι η αναγραφή στη συσκευασία των σημάτων πιστοποίησης έχει αποδειχθεί ότι ελκύει το ενδιαφέρον των καταναλωτών, καθώς λειτουργεί ως απόδειξη ποιότητας. Το ίδιο ισχύει για τα γηγενή προϊόντα, καθώς έχει αρχίσει να διαμορφώνεται σημαντικό ενδιαφέρον για την εντοπιότητα των προϊόντων, χαρακτηριστικό που τα ελληνικά προϊόντα θα μπορούσαν να αναδείξουν.
Συμπερασματικά, η γερμανική αγορά τροφίμων και ποτών, ενώ παρουσιάζει σημαντικές ευκαιρίες λόγω του μεγέθους της και της πολυπλοκότητας των καταναλωτών, θέτει σημαντικές προκλήσεις για τους νεοεισερχόμενους. Οι εταιρείες πρέπει να διαχειριστούν τον έντονο ανταγωνισμό, τον σκεπτικισμό των καταναλωτών και τις υψηλές προσδοκίες για ποιότητα και βιωσιμότητα.

Το διμερές εμπόριο τροφίμων και ποτών Ελλάδας-Γερμανίας καταγράφει σημαντική αύξηση τα τελευταία έτη. Μετά από μία σχετικά σταθερή πορεία έως το 2019, την τελευταία 5ετία σημειώνεται εντυπωσιακή άνοδος τόσο στις ελληνικές εξαγωγές προς τη Γερμανία όσο και στις εισαγωγές από αυτήν. Έτσι, το 2024 ο όγκος εμπορίου τροφίμων και ποτών διαμορφώθηκε σε 2,25 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 5,8% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, με τις ελληνικές εξαγωγές προς τη Γερμανία να ανέρχονται σε 1,17 δισ. ευρώ (-0,8% σε σχέση με το 2023) και τις εισαγωγές από τη Γερμανία σε 1,07 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 14%.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι, ενώ μέχρι το 2015 το διμερές εμπόριο ήταν σταθερά ελλειμματικό για τη χώρα μας, από το 2016 (με εξαίρεση το 2017) η εικόνα αντιστρέφεται και το εμπορικό ισοζύγιο μετατρέπεται σε πλεονασματικό για την Ελλάδα.

Εξαγωγές ελληνικών τροφίμων και ποτών στη Γερμανία
Η αξία των εξαγωγών ελληνικών τροφίμων και ποτών προς τη Γερμανία γνωρίζει σημαντική ανάπτυξη κατά την τελευταία 15ετία, καταγράφοντας μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξης του 4,9%. Έτσι, η αξία των εξαγωγών έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 2010, από 595 εκ. ευρώ το 2010 σε 1,17 δισ. ευρώ το 2024 (αύξηση 97%). Σε όρους ποσότητας, ωστόσο, οι ελληνικές εξαγωγές παρουσιάζουν ελαφρά μείωση, με μέσο ετήσιο ρυθμό -0,5%, με αποτέλεσμα το 2024 να διαμορφωθούν σε 394 χιλ. τόνους, μειωμένες κατά 6,7% σε σχέση με το 2010 (422 χιλ. τόνοι).
Παρά την ανωτέρω αύξηση της αξίας των ελληνικών εξαγωγών, η χώρα μας βρίσκεται στη 16η θέση μεταξύ των προμηθευτών της Γερμανίας σε τρόφιμα και ποτά για το 2024, με μερίδιο μόλις 1% επί των συνολικών γερμανικών εισαγωγών τροφίμων και ποτών.


Ως προς τη σύνθεση των εξαγωγών ελληνικών τροφίμων και ποτών προς τη Γερμανία ανά κατηγορία προϊόντων παρατηρούμε τα εξής:
1. Την πρώτη θέση καταλαμβάνουν το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, με εξαγωγές ύψους 294 εκ. ευρώ, καταγράφοντας τη δεύτερη καλύτερη επίδοσή τους την τελευταία 15ετία, μετά το ρεκόρ του 2023 (311 εκ. €). Έτσι, τα προϊόντα αυτά αντιπροσωπεύουν το ¼ (25%) των συνολικών εξαγωγών ελλ. τροφίμων και ποτών στη Γερμανία. Οι εξαγωγές των συγκεκριμένων προϊόντων προς τη Γερμανία αυξάνονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 10,3% το διάστημα 2010-2024.
2. Στη 2η θέση βρίσκονται τα παρασκευάσματα φρούτων και λαχανικών, με αξία εξαγωγών 219 εκ. ευρώ το 2024, αυξημένη κατά 2,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 18,7% επί των συνολικών ελλ. εξαγωγών τροφίμων και ποτών προς τη Γερμανία.
3. Ακολουθούν στην 3η θέση τα φρούτα και οι καρποί, με αξία εξαγωγών 180 εκ. ευρώ το 2024, αυξημένη κατά 10% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 15,5% επί των συνολικών ελλ. εξαγωγών τροφίμων και ποτών προς τη Γερμανία.
4. Την 4η θέση καταλαμβάνουν τα ζωικά ή φυτικά λίπη και λάδια με αξία εξαγωγών 110 εκ. ευρώ, την υψηλότερη της τελευταίας 15ετίας, καταγράφοντας έναν εντυπωσιακό μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξης του 11,2% το διάστημα 2010-2024, και καταλαμβάνοντας μερίδιο 9,4% επί των συνολικών εξαγωγών ελλ. τροφίμων και ποτών.
5. Στην 5η θέση βρίσκονται τα παρασκευάσματα με βάση τα δημητριακά τα αλεύρια, τα άμυλα ή το γάλα με αξία 98 εκ. ευρώ, αυξημένη κατά 4,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και μερίδιο 8,4%.
6. Ακολουθούν στην 6η θέση τα ποτά, αλκοολούχα και μη, με αξία εξαγωγών 63 εκ. ευρώ το 2024, μειωμένη σημαντικά κατά 23% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 5,4% επί των συνολικών ελλ. εξαγωγών τροφίμων και ποτών προς τη Γερμανία.
7. Την 7η θέση καταλαμβάνουν τα λαχανικά με αξία 56 εκ. ευρώ το 2024, μειωμένη κατά 9% σε σχέση με το 2023 και μερίδιο 4,8%.
8. Στην 8η θέση βρίσκονται τα διάφορα παρασκευάσματα διατροφής με αξία εξαγωγών 42,9 εκ. ευρώ, μειωμένη σημαντικά κατά 20% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 3,7%. Σημειώνεται ότι οι εξαγωγές αυτής της κατηγορίας έχουν καταγράψει εντυπωσιακό μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 15,2% το διάστημα 2010-2024.
9. Ακολουθούν τα ιχθυηρά με αξία εξαγωγών 36,8 εκ. ευρώ, μειωμένη κατά 17,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 3,1%.
10. Η πρώτη 10άδα συμπληρώνεται με τα παρασκευάσματα κρεάτων και ιχθυηρών με αξία εξαγωγών 26,7 εκ. ευρώ το 2024, μερίδιο 2,3% και μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης των εξαγωγών κατά 18,2% το διάστημα 2010-2024.



Εισαγωγές γερμανικών τροφίμων και ποτών στην Ελλάδα
Η αξία των εισαγωγών τροφίμων και ποτών από τη Γερμανία παρέμεινε σχεδόν σταθερή μέχρι το 2020, οπότε άρχισε να καταγράφει έντονα ανοδική πορεία. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης της αξίας των εισαγωγών ανήλθε σε 3,2% την τελευταία 15ετία. Ωστόσο, σε όρους ποσότητας οι εισαγωγές τροφίμων και ποτών από τη Γερμανία παρουσιάζουν ελαφρά μείωση, με μέσο ετήσιο ρυθμό -0,2% Το 2024, οι εισαγωγές γερμανικών τροφίμων και ποτών ανήλθαν σε 1,08 δισ. ευρώ και 476 χιλ. τόνους, αυξημένες σημαντικά κατά 14,1% και 22,5% αντίστοιχα σε σχέση με το 2023.
Η χώρα μας κατέλαβε τη 17 η θέση μεταξύ των αγοραστών γερμανικών τροφίμων και ποτών για το 2024, με μερίδιο μόλις 1,2% επί των συνολικών γερμανικών εξαγωγών τροφίμων και ποτών.

Ως προς τη σύνθεση των εισαγωγών γερμανικών τροφίμων και ποτών στην Ελλάδα, ανά κατηγορία προϊόντων παρατηρούμε τα εξής:
1. Την πρώτη θέση, με σημαντική διαφορά από τα επόμενα, καταλαμβάνουν το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, με εισαγωγές ύψους 388 εκ. ευρώ, σημαντικά αυξημένες κατά 23,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Τα προϊόντα αυτά αντιπροσωπεύουν πάνω από το 1/3 (36%) των συνολικών εισαγωγών τροφίμων και ποτών από τη Γερμανία στην Ελλάδα.
2. Στη 2η θέση βρίσκεται το κρέας, με αξία εισαγωγών 169 εκ. ευρώ το 2024, μειωμένη κατά 7,3% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 15,8% επί των συνολικών εισαγωγών τροφίμων και ποτών από τη Γερμανία.
3. Ακολουθούν στην 3η θέση τα ζαχαρώδη, με αξία εισαγωγών 89 εκ. ευρώ το 2024, αυξημένη εντυπωσιακά κατά 60,3% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και έχοντας σχεδόν εννιαπλασιάσει την αξία τους σε σχέση με το 2010 (10,3 εκ. ευρώ). Τα προϊόντα αυτά κατέχουν μερίδιο 8,3% επί των συνολικών εισαγωγών τροφίμων και ποτών από τη Γερμανία.
4. Την 4η θέση καταλαμβάνουν τα παρασκευάσματα με βάση τα δημητριακά τα αλεύρια, τα άμυλα ή το γάλα με αξία εισαγωγών 84 εκ. ευρώ και μερίδιο 7,8% επί των συνολικών εισαγωγών γ/ τροφίμων και ποτών.
5. Στην 5η θέση βρίσκονται τα διάφορα παρασκευάσματα διατροφής με αξία 71 εκ. ευρώ, αυξημένη κατά 5,5% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και μερίδιο 6,6%.
6. Ακολουθούν στην 6η θέση το κακάο και παρασκευάσματά του με αξία εισαγωγών 68 εκ. ευρώ το 2024, αυξημένη σημαντικά κατά 29% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 6,4% επί των συνολικών εισαγωγών τροφίμων και ποτών από τη Γερμανία.
7. Την 7η θέση καταλαμβάνουν τα παρασκευάσματα κρεάτων και ιχθυηρών με αξία 36 εκ. ευρώ το 2024, μειωμένη κατά 1% σε σχέση με το 2023 και μερίδιο 3,3%.
8. Στην 8η θέση βρίσκονται τα ποτά, αλκοολούχα και μη, με αξία εισαγωγών 35 εκ. ευρώ, αυξημένη σημαντικά κατά 24,5% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 3,2%. Σημειώνεται ότι, παρά την αύξηση που καταγράφηκε το 2024, οι εισαγωγές αυτής της κατηγορίας παρουσιάζουν μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης 2% το διάστημα 2010-2024.
9. Ακολουθούν τα παρασκευάσματα φρούτων και λαχανικών με αξία εισαγωγών 31 εκ. ευρώ, αυξημένη κατά 2,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος και μερίδιο 2,9%.
10. Η πρώτη 10άδα συμπληρώνεται με τα ζωικά ή φυτικά λίπη και λάδια με αξία εισαγωγών 22 εκ. ευρώ το 2024, μερίδιο 2,1% και μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης των εισαγωγών κατά 5,4% το διάστημα 2010-2024, με αποτέλεσμα η αξία των εισαγωγών να υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με το 2010 (10,6 εκ. ευρώ).

