Σε συνέχεια δημοσιευμάτων της κλαδικής επιθεώρησης Seafood Source, το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων Σικάγου, της πρεσβείας μας στην Ουάσινγκτον των ΗΠΑ, επανέρχεται στον τομέα της αλιείας, ο οποίος φαίνεται να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του κλίματος της αγοράς και να επαναπροσδιορίζει τις καταναλωτικές προτιμήσεις, το πνεύμα καινοτομίας επεκτείνεται στις προσπάθειες αξιοποίησης των θαλάσσιων βυθών με φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο και με όρους βιωσιμότητας: Ενδεικτικό των ανωτέρω τάσεων, είναι και η πρόσφατη απόφαση που ελήφθη στις 15-1-2025, το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ, (U.S. Department of Energy/DOE), και σύμφωνα με την οποία, πρόθεση της χώρας είναι να επενδύσει 25 εκατομμύρια δολάρια, (23,8 εκατομμύρια ευρώ) στη βιομηχανία υδατοκαλλιέργειας των ΗΠΑ για την παραγωγή θαλάσσιων φυκιών σε μεγάλα βάθη.
Πρόκειται για την ανάπτυξη θαλάσσιου ενεργειακού εφοδιασμού υδρογονανθράκων με καλλιέργεια σε βαθιά νερά βιομάζας φυκιών, με στόχο την αύξηση ικανότητας παραγωγής σε κλίμακα εκατομμυρίων τόνων, (scaling).
Tούτο εκτιμάται ότι θα επιφέρει αποσυμφόρηση στην καταπόνηση των επίγειων και ενάλιων πόρων καθιστώντας εφικτή την εγχώρια παραγωγή ανανεώσιμης πηγής ενέργειας.
Το συγκεκριμένο έργο, με τίτλο “Harnessing Automoty for Energy Joint ventures Offshore” (HAEJO), διαχειρίζεται η Υπηρεσία Προηγμένων Ερευνητικών Προγραμμάτων Ενέργειας (ARPA-E) του DOE με σκοπό την παραγωγή βιοκαυσίμων.
Φιλοδοξεί δε, να αξιοποιήσει ένα σημαντικό, αλλά ανεκμετάλλευτο έως τώρα πλεονέκτημα των ΗΠΑ, ως χώρας η οποία διαθέτει τη μεγαλύτερη Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη στον κόσμο.
Προς επίτευξη των ανωτέρω, ήδη έχουν προγραμματιστεί τεχνικές συνεργασίες με ειδικούς της βιομηχανίας καλλιέργειας φυκιών της Νότιας Κορέας, η οποία κατέχει τεχνογνωσία στην αξιοποίηση προηγμένων τεχνολογιών στην «τεχνολογία των ωκεανών».
Περαιτέρω, με το έργο αυτό, αναμένεται να ελαττωθεί η υφιστάμενη πίεση για πηγές παραγωγής ενέργειας η οποία ασκείται στους ήδη χρησιμοποιούμενους και – σταδιακά εξαντλούμενους – φυσικούς πόρους της χώρας, με τη στροφή σε μορφές ενέργειας, δυνάμενες να προσφέρουν νέες λύσεις στο πρόβλημα της διαχείρισης του ενεργειακού μείγματος με εγχώριες πηγές προμήθειας.
Τα ανωτέρω συνιστούν, εκ των πραγμάτων, μια στροφή προς εναλλακτικές πηγές ενέργειας για τη διασφάλιση ενεργειακής ανεξαρτησίας, αποδοτικότητας και εξοικονόμησης πόρων.
Εξάλλου, η τρέχουσα διεθνής συγκυρία, επιτάσσει περισσότερο από ποτέ, την ανάγκη για αποφυγή δαπανηρών πρακτικών που συνδέονται με κατασπατάληση των υφιστάμενων πόρων, και αυτό θα επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, μέσω εφαρμογής βιώσιμων μοντέλων ενεργειακής απεξάρτησης από παραδοσιακές τεχνικές αξιοποίησης ενεργειακών πόρων, εχθρικές προς περιβάλλον.
