Λαμβάνοντας υπ’όψιν τη διάρθρωση της ελληνικής αμπελο-οινικής παραγωγής (μικρές καλλιέργειες και παραγόμενες ποσότητες, σχετικά υψηλή μέση τιμή προϊόντος), καθώς και τα χαρακτηριστικά της βρετανικής αγοράς (εξαιρετικά ώριμη και διαφοροποιημένη αγορά, μεγάλος βαθμός συγκέντρωσης), οι ευκαιρίες για το ελληνικό κρασί παρουσιάζονται, κυρίως, σε εξειδικευμένους εισαγωγείς/λιανοπωλητές κρασιού (ανεξάρτητα ηλεκτρονικά ή φυσικά καταστήματα λιανικής πώλησης κρασιού, κάβες, κλπ) καθώς και στους, λιγότερο ευαίσθητους στις τιμές, τομείς της εστίασης και φιλοξενίας και των high-end καταστημάτων.
Τα παραπάνω αναφέρονται, σε σχετική έρευνα αγοράς οίνου στο Ηνωμένο Βασίλειο, που εκπόνησε το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Πρεσβεία της Ελλάδος στο Λονδίνο.
Παράλληλα, μια περισσότερο αντιπροσωπευτική παρουσία του ελληνικού κρασιού στις μεγάλες αλυσίδες λιανικής, υπό την
προϋπόθεση ότι θα καταφέρει να αντισταθεί στις πιέσεις τιμολογικής αντιμετώπισής του ως προϊόν μαζικού χαρακτήρα, θα συντελέσει καθοριστικά στην αναγνωρισιμότητα και στην εδραίωση της Ελλάδας ως σύγχρονης οινοπαραγωγικής χώρας στην αντίληψη του βρετανού καταναλωτή.
Η τοποθέτηση του ελληνικού κρασιού στη βρετανική αγορά με βάση την ανάδειξη της μοναδικότητάς του (Unique Selling Point) – την ασυνήθιστη προέλευση, τις γηγενείς ποικιλίες, την ιστορία της οινοπαραγωγικής περιοχής (terroir), τους τρόπος οινοποίησης- ευνοείται από την συνεχιζόμενη τάση του βρετανικού καταναλωτικού κοινού για ανακάλυψη νέων, αυτοχθόνων ποικιλιών και μπορεί να οδηγήσει στην κατάκτηση αυξανόμενου μεριδίου της εξειδικευμένης βρετανικής αγοράς κρασιού.
Σε κάθε περίπτωση, η αγορά του ΗΒ λειτουργεί με υψηλά επαγγελματικά πρότυπα και απαιτεί από τους Έλληνες παραγωγούς ιδιαίτερη συνέπεια και αξιοπιστία ως προς την ποιότητα και τα χαρακτηριστικά του εξαγόμενου
προϊόντος αλλά και ως προς την εν γένει συνεργασία με εγχώριους εισαγωγείς.
Επιπλέον, δεδομένου ότι η βρετανική αγορά οίνου είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική, για τη διατήρηση και την περαιτέρω ανάπτυξη του μεριδίου που κατέχει η Ελλάδα θα απαιτηθεί συνεπής και συνεχής προώθηση του ελληνικού κρασιού με τη χρήση εξειδικευμένων και σύγχρονων τεχνικών marketing (διαφημιστικές εκστρατείες, social media, influencers, κλπ).
Τα ηλεκτρονικά μέσα αποτελούν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα εργαλεία προώθησης για το ελληνικό κρασί, καθώς προσφέρουν τη δυνατότητα παροχής όλων των πληροφοριών που αφορούν στο χαρακτήρα και τη μοναδικότητα του προϊόντος.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί, η δημοτικότητα των εκδηλώσεων γευσιγνωσίας κρασιού στο ΗΒ, οι οποίες αποτελούν μία από τις κύριες οδούς μέσω των οποίων οι καταναλωτές γνωρίζουν νέα κρασιά. Πολλά ξενοδοχεία και εγκαταστάσεις αναψυχής προσφέρουν γευσιγνωσία κρασιού ως μέρος του πακέτου διαμονής, ενώ οι αμπελώνες στο ΗΒ διοργανώνουν τακτικά εκδηλώσεις γευσιγνωσίας κρασιού καθ’ όλη τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους.
Η υλοποίηση δράσεων γευσιγνωσίας για το ελληνικό κρασί στο ΗΒ, η οποία επί του παρόντος πραγματοποιείται κυρίως στο πλαίσιο του συγχρηματοδοτούμενου Προγράμματος Προώθησης Οίνων σε Τρίτες Χώρες, του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, θα μπορούσε να συμβάλει στην αναγνωρισιμότητα των ελληνικών γηγενών ποικιλιών και του
ελληνικού κρασιού εν γένει, υπό την προϋπόθεση ότι οι γευσιγνωσίες απευθύνονται σε κατάλληλα επιλεγμένο ή/και ευρύ κοινό, και συνδυάζονται με επιπλέον στοχευμένες δράσεις, όπως με χρηματοδότηση επισκέψεων αγοραστών και influencers σε ελληνικά οινοποιεία.
Επιπρόσθετα, δεδομένου του εξαιρετικά υψηλού αριθμού βρετανών τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα σε ετήσια βάση (το 2024 το ΗΒ ήταν η δεύτερη σημαντικότερη χώρα προέλευσης τουριστικών αφίξεων στην Ελλάδα, με άνω
των 4,5 εκ. ταξιδιωτών), σημαντική είναι η σύνδεση του ελληνικού οίνου με το ευρύτερο τουριστικό και πολιτιστικό προϊόν που προσφέρει η χώρα μας, μέσω του οινοτουρισμού.
Ο οινοτουρισμός είναι ιδιαίτερα προσφιλής στους βρετανούς, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό της χώρας, ενώ πολλά βρετανικά οινοποιεία έχουν καταχωρίσεις στην ειδική κατηγορία «αμπελώνες» της πλατφόρμας Airbnb. Κατά συνέπεια, ο οινοτουρισμός αποτελεί ιδιαίτερα ενδεδειγμένο τρόπο προώθησης του ελληνικού κρασιού στο
ΗΒ, καθώς τα ελληνικά οινοποιεία έχουν τη δυνατότητα να εκμεταλλευθούν τη δημοφιλία της χώρας μας ως τουριστικό προορισμό των Βρετανών, συνδυάζοντας την προώθηση των προϊόντων τους με την επίσκεψη της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής στην οποία βρίσκονται.
Τέλος, η τακτική συμμετοχή σε εξειδικευμένες διεθνείς εμπορικές εκθέσεις στο ΗΒ, όπως η London Wine Fair, η οποία λαμβάνει χώρα στο Λονδίνο σε ετήσια βάση, θα συμβάλλει στην περαιτέρω προώθηση και εδραίωση του ελληνικού
κρασιού στη βρετανική αγορά.
Η αυξανόμενη αναγνωρισιμότητα του ελληνικού κρασιού στη βρετανική αγορά, παρά τις προκλήσεις στο εσωτερικό του ΗΒ (κρίση κόστους ζωής, μείωση λιανικών πωλήσεων), όσο και σε διεθνές επίπεδο (πόλεμος στην Ουκρανία, πληθωρισμός), προμηνύει, ελπίζουμε, και τη μελλοντική δυναμική του.

Παρουσία ελληνικών προϊόντων
Το ελληνικό κρασί έχει περιορισμένη παρουσία στις μεγάλες αλυσίδες λιανικής παρά το γεγονός ότι αυτές αποτελούν, όπως προαναφέρθηκε, το βασικό κανάλι διανομής στην αγορά του ΗΒ (94,5)% του off-trade εμπορίου).
Συγκεκριμένα, στις περισσότερες αλυσίδες η επιλογή ελληνικών κρασιών είναι περιορισμένη, ενώ περιλαμβάνεται στην κατηγορία «άλλες ποικιλίες» ή «κρασί από τον υπόλοιπο κόσμο» (μόνο στο τμήμα τροφίμων-ποτών του Marks &
Spencer και στην αλυσίδα Morrisson’s διακρίνεται η Ελλάδα ως χώρα προέλευσης). Αξιοσημείωτη είναι στις μεγάλες αλυσίδες η παρουσία «παραδοσιακών» ελληνικών κρασιών, όπως η μαυροδάφνη και η ρετσίνα.
Ωστόσο, το ελληνικό κρασί κερδίζει έδαφος, με την αλυσίδα Aldi να έχει εισαγάγει (2020) και επεκτείνει δική της σειρά ελληνικών κρασιών, με μεγάλη, σύμφωνα με στοιχεία της αλυσίδας23, απήχηση στο βρετανικό καταναλωτικό
κοινό. Τέλος, ελληνικό κρασί ιδιωτικής ετικέτας, διατίθεται στη βρετανική αγορά από βρετανικές επιχειρήσεις του κλάδου (The Wine Society, κ.α.).
Ευρεία επιλογή κρασιών από ελληνικούς αμπελώνες (περισσότερα από 200 οινοποιεία) διατίθεται, ωστόσο, στη βρετανική αγορά από ανεξάρτητους εισαγωγείς/λιανοπωλητές, αρκετοί εκ των οποίων ελληνικής καταγωγής, μέσω ηλεκτρονικών, κυρίως, καταστημάτων πωλήσεων. Επίσης, ελληνικό κρασί απαντάται πλέον και σε κάποια καταστήματα πολυτελείας (Selfridges και Fortnum & Mason τα οποία διαθέτουν αρκετές ελληνικές ετικέτες).
Το Γραφείο ΟΥΕ της πρεσβείας μας στο Λονδίνο, έχει καταρτίσει κατάλογους με τις κυριότερες επιχειρήσεις εισαγωγής και εμπορίας ελληνικού κρασιού και κρασιού και οινοπνευματωδών ποτών γενικότερα, οι οποίοι αποστέλλονται, κατόπιν σχετικού αιτήματος, στις ελληνικές επιχειρήσεις που επιθυμούν να εισέλθουν στη βρετανική αγορά.
Ανάλυση εισαγωγών κρασιού από την Ελλάδα
Σύμφωνα με τα στοιχεία της βρετανικής στατιστικής υπηρεσίας, το 2024, οι εισαγωγές ελληνικού κρασιού στο ΗΒ παρουσίασαν μείωση σε σχέση με το προηγούμενο έτος τόσο σε αξία (-14%) όσο και σε ποσότητα (-11,9%) και ανήλθαν σε
5.467.431 λίρες (έναντι 6.386.987λίρες το 2023).
Σχεδόν το σύνολο των εισαγωγών από την Ελλάδα αφορούσε σε ήρεμο εμφιαλωμένο κρασί (5.357.526λίρες), του οποίου η αξία μειώθηκε κατά 13,7% σε σχέση με το 2023, με αντίστοιχα μειωμένη και την εισαγόμενη ποσότητα (-3,8%).
Μείωση παρουσίασε και η ποσότητα ελληνικού αφρώδους που εισήχθη το 2024 (49.716λίρες και 5.549κιλά), ενώ οι εισαγωγές ελληνικού κρασιού σε συσκευασίες μεγαλύτερες των 2 λίτρων αυξήθηκαν αν και παρέμειναν και το 2024 εξαιρετικά περιορισμένες (συνολική αξία 35.697λίρες).
Σημειώνεται ότι, η μέση μοναδιαία αξία των εισαγωγών σε σχέση με το προηγούμενο έτος σημείωσε μείωση (4,07 έναντι 4,19 λίρες/κιλό).


Παράγοντες που επηρεάζουν ζήτηση –προσφορά
· Κατανάλωση: Η κατανάλωση λευκού κρασιού καταλαμβάνει την πρώτη θέση στις προτιμήσεις των βρετανών, ενώ αυξανόμενη δημοφιλία απολαμβάνουν οι γηγενείς ποικιλίες και το αφρώδες κρασί. Η πλειοψηφία των καταναλωτών κρασιού στο ΗΒ είναι άνω των 50 ετών, ενώ η ζήτηση μειώνεται μεταξύ των νεότερων γενεών.
· Διανομή: περίπου το 89% του κρασιού σε αξία πωλείται στη λιανική αγορά (off-trade) και το υπόλοιπο 11% στον κλάδο εστίασης-φιλοξενίας (ontrade). Οι υπεραγορές και τα σούπερ μάρκετ είναι οι δύο μεγαλύτεροι διανομείς κρασιών στο ΗΒ, το δε ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί σημαντικό και ταχέως αναπτυσσόμενο κανάλι διανομής, αντιπροσωπεύοντας το
14,3% του συνόλου των πωλήσεων κρασιού στο ΗΒ.
· Ανταγωνισμός: Τα εισαγόμενα κρασιά ευρωπαϊκής προέλευσης διατηρούν την ισχυρή τους θέση στην αγορά κρασιού του ΗΒ και μετά την αποχώρηση του τελευταίου από την ΕΕ, καθώς απολαμβάνουν ευρείας αναγνωρισιμότητας και συχνά θεωρούνται κρασιά πολυτελείας. Ωστόσο, ο ανταγωνισμός από χώρες εκτός ΕΕ, όπως η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία
ενδέχεται να αυξηθεί, καθώς το ΗΒ προχώρησε, πρόσφατα, στη σύναψη διμερών συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών με τις εν λόγω χώρες. Η μελλοντική αύξηση της εγχώριας παραγωγής εκτιμάται ότι θα εντείνει τον ανταγωνισμό, ιδίως όσον αφορά στους καταναλωτές που προτιμούν να επιλέγουν τοπικά προϊόντα, αντί των εισαγόμενων. Σημειώνεται ότι το
σύνολο σχεδόν της βρετανικής παραγωγής κρασιού απορροφάται ήδη στην εγχώρια αγορά, με μόνο μικρό ποσοστό ( 5% περίπου) να κατευθύνεται σε εξαγωγές.
Προκλήσεις:
- Χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης στον κλάδο φιλοξενίας και εστίασης, ο οποίος δεν έχει ανακάμψει πλήρως μετά την πανδημία
- Μειωμένες πωλήσεις στον κλάδο τροφίμων-ποτών, δεδομένης της πρόβλεψης για ασθενική ανάπτυξη (slowcession) στο ΗΒ για την επόμενη τουλάχιστον διετία (προβλεπόμενος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης ΑΕΠ κάτω από 1%).
- Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, βασικότερη πρόκληση αποτελεί η αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς λόγω του αυξημένου ενδιαφέροντος για υγιεινή διατροφή και αποχή από το αλκοόλ.
Ευκαιρίες:
o Οι χαμηλές και μη αλκοολούχες παραλλαγές κρασιών (No & Low) αποτελούν μια σημαντική ευκαιρία στο ΗΒ, καθώς το εν λόγω τμήμα της αγοράς προβλέπεται να αυξηθεί.
o Οι βιώσιμες πρακτικές συσκευασίας, όπως το κρασί σε αλουμίνιο κουτί (“canned wine”) είναι περισσότερο δημοφιλείς μεταξύ των νεότερης ηλικίας καταναλωτών στο ΗΒ, υποδεικνύοντας μια μελλοντική τάση της αγοράς.
o Η συνεχιζόμενη τάση των καταναλωτών υπέρ της ποιότητας (premuization), ακόμα και εις βάρος της ποσότητας (μείωση των αγορών) αποτελεί ευκαιρία τοποθέτησης στην αγορά ποιοτικού ελληνικού κρασιού, παρότι η εν λόγω τάση φαίνεται να πλησιάζει στην κορύφωση της.
o Σημαντική τάση του 2024 ως προς το χρώμα είναι η κατακόρυφα αυξημένη ζήτηση για πορτοκαλί κρασί (orange wine) με τις πωλήσεις του να ανεβαίνουν κατά 99%.
o Αυξημένη αναγνωρισιμότητα του ελληνικού κρασιού: Τα ελληνικά κρασιά έχουν αποκτήσει αυξημένη αναγνωρισιμότητα τα τελευταία δύο χρόνια και περιλαμβάνονται στις ανερχόμενες τάσεις και για το 2025.

Περιγραφή Βρετανικής Αγοράς Οίνου – Γενικά Χαρακτηριστικά
Οι δαπάνες των βρετανών καταναλωτών για τρόφιμα και ποτά, συμπεριλαμβανομένων των αλκοολούχων, κατέγραψαν και το 2024 πτωτική πορεία, οφειλόμενη, κυρίως, στην άνοδο του κόστους ζωής και τη συμπίεση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών. Συγκεκριμένα, το 2024, οι πωλήσεις σε καταστήματα τροφίμων ποτών, με εξαίρεση τον κλάδο εστίασης, μειώθηκαν κατά -1,6% σε σχέση με το 2023.
Γενικότερα, το 2024 η οικονομία του ΗΒ κατέγραψε ασθενική ανάπτυξη της τάξεως του 0,8%, ελαφρώς αυξημένη σε σύγκριση με το 2023 (0,4%), ενώ για το 2025 προβλέπεται ανάπτυξη μόλις κατά 0,75%.
Παράλληλα, το υψηλό ενεργειακό κόστος παγκοσμίως και οι μεταβολές των τιμών αναμένεται να ωθήσουν τον πληθωρισμό και στο ΗΒ και πάλι σε σχετικά υψηλά για τη χώρα επίπεδα (3,7% κατά το τρίτο τρίμηνο του 2025).
Παράλληλα, οι αλλαγές στη φορολογία αλκοολούχων ποτών (ΕΦΚ) που τέθηκαν σε ισχύ στις αρχές Αυγούστου 2023, οδήγησαν σε αύξηση τιμών, επιβαρύνοντας την κατανάλωση κρασιού και αλκοολούχων μέσα στο 2024.
Το ΗΒ διαθέτει μικρή αλλά ταχύτατα αυξανόμενη εγχώρια παραγωγή κρασιού (20-22 εκ. το 2023-ιστορικό υψηλό παραγωγής-έναντι 13 εκ.φιάλες το 2022), κυρίως στη νότια Αγγλία και Ουαλία, με περίπου 65 καλλιεργούμενες ποικιλίες,
στις οποίες κυριαρχούν οι Chardonnay και Pinot Noir. Το αφρώδες κρασί καταλαμβάνει διαχρονικά τα 2/3 του βρετανικού οινικού προϊόντος, ενώ σχεδόν το σύνολο της βρετανικής παραγωγής κατευθύνεται στην εγχώρια αγορά (7%
σε εξαγωγές). Η άνοδος της θερμοκρασίας τις επόμενες δεκαετίες, λόγω της κλιματικής αλλαγής, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε αύξηση της οινικής παραγωγής του ΗΒ, η οποία, ωστόσο, θα παραμείνει περιορισμένη και δεν αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά την εγχώρια αγορά.
Το ΗΒ κατατάσσεται στις πέντε πρώτες χώρες παγκοσμίως με βάση την συνολική κατανάλωση κρασιού και δεύτερο με βάση τις εισαγωγές.
Το 2024, η συνολική αξία των εισαγωγών κρασιού του ΗΒ ανήλθε σε σχεδόν 4 δισ. λίρες ελαφρώς μειωμένη σε σχέση με το προηγούμενο έτος (-3,74%). Ωστόσο, η συνολική ποσότητα εισαγόμενου κρασιού παρουσίασε αύξηση ύψους 2,27 % σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Τα ήρεμα εμφιαλωμένα κρασιά καταλαμβάνουν τα 2/3 των εισαγωγών αλκοολούχων ποτών, ακολουθούμενα από τα αφρώδη.
Τα ευρωπαϊκά κρασιά κυριαρχούν στις εισαγωγές κρασιού του ΗΒ με ποσοστό 74% της αξίας (2,9 δισ.λίρες), έναντι 26% (998 εκ.λίρες) για τα κρασιά τρίτων χωρών (55% έναντι 45% αντίστοιχα, σε ποσοτικούς όρους).
Η Γαλλία ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας κρασιού στο ΗΒ και το 2024(1,3 δισ. λίρες), αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 1/3 του συνόλου της αξίας των εισαγωγών (32,6%), ακολουθούμενη από την Ιταλία (18,8%) και την Ισπανία (7,8%).
Εκτός ΕΕ, οι μεγαλύτεροι προμηθευτές κρασιού του ΗΒ ήταν η Αυστραλία (5,9%), η Νέα Ζηλανδία (5,3%) και η Χιλή (4,3%).
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ΗΒ ήταν το 2024 η 5η μεγαλύτερη αγορά για το ελληνικό κρασί (αξία 7.093.995 ΕΥΡΩ, ποσότητα 1.568.479 κιλά) και η 2η εκτός ΕΕ (μετά τις ΗΠΑ), ενώ η αξία των εξαγωγών σημείωσε μικρή άνοδο (1%) αλλά
ποσοτική πτώση (-7%) σε σχέση με το 2023.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της βρετανικής στατιστικής υπηρεσίας (τα οποία χρησιμοποιούντα στην παρούσα έρευνα) η αξία των εισαγωγών κρασιού από την Ελλάδα στο ΗΒ παρουσίασε το 2024 πτώση σε σχέση με το προηγούμενο έτος τόσο σε αξία (-14,4%) και ανήλθε σε 5.467.431 λίρες (έναντι 6.386.987 λίρες το 2023) όσο και σε ποσότητα (-11,9%) (1.342.116 κιλά το 2024 έναντι 1.524.080 κιλά το 2023).
Η Ελλάδα κατέλαβε, την 20η θέση στην κατάταξη των χωρών από τις οποίες εισήγαγε κρασί το ΗΒ, έναντι 16ης το 2023 και 20ης το 2022. Οι ελληνικές ποικιλίες ασύρτικο και ξινόμαυρο είναι ανερχόμενες στις προτιμήσεις των βρετανών καταναλωτών γηγενείς ποικιλίες για το 2024.
Η πιθανότητα περαιτέρω συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των βρετανών καταναλωτών, δεδομένης της πρόβλεψης για ασθενική ανάπτυξη («slowcession») στο ΗΒ για την επόμενη τουλάχιστον διετία (ετήσιος ρυθμός
ανάπτυξης ΑΕΠ περίπου 0,7%) ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά και την αγορά κρασιού.
Τέλος, σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, εκτιμάται ότι πλησιάζει το χρονικό σημείο στο οποίο η συνολική κατανάλωση κρασιού στη χώρα αναμένεται να παρουσιάσει πτωτική πορεία, καθώς οι νεότεροι καταναλωτές τείνουν να απέχουν από το αλκοόλ ή προτιμούν ποτά με λιγότερο αλκοόλ (Νo or Low alcohol). Η εν λόγω τάση υποδεικνύει, ταυτόχρονα, την προοπτική αύξησης της ζήτησης κρασιών με χαμηλότερα ποσοστά αλκοόλ στη βρετανική αγορά.

Τιμές λιανικής πώλησης κρασιού στο ΗΒ
H λιανική τιμή στη βρετανική αγορά (off trade), ανά τύπο κρασιού, κινείται στα ακόλουθα επίπεδα:
Ήρεμο κρασί: Περίπου το 1/3 του κόκκινου κρασιού κατ’ όγκο πωλείται από 5,50 έως 7 λίρες (περίπου 6 έως 8 ευρώ) και ένα επιπλέον 40% μεταξύ 4 και 5,50 λίρες (4,50 έως 6 ευρώ). Μόνο το 15% περίπου της λιανικής πώλησης κόκκινου
κρασιού τοποθετείται πάνω από 7 λίρες. Για το λευκό κρασί οι χαμηλότερες κατηγορίες τιμών είναι ελαφρώς πιο σημαντικές, ενώ σε ό,τι αφορά στο ροζέ, μόνο το 4% του συνόλου πωλείται πάνω από 7 λίρες (8 ευρώ).
Αφρώδες κρασί: Οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες τιμών για το αφρώδες κρασί είναι 6,50 έως 8 λίρες (7-9 ευρώ περίπου) και 9-10 λίρες (10-11 ευρώ περίπου), με την κάθε κατηγορία να αντιπροσωπεύει λίγο περισσότερο από το ¼ των πωλήσεων.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, η αγορά κρασιού του ΗΒ χωρίζεται με βάση την τιμή σε τρεις κύριες κατηγορίες:
· Αξίας ανά φιάλη κάτω από 50 λίρες: Είναι το μεγαλύτερο τμήμα της αγοράς (55%) που συχνά περιλαμβάνει κρασιά για καθημερινή κατανάλωση, κρασιά ιδιωτικής ετικέτας και κρασιά από γνωστούς διεθνείς παραγωγούς.
· Τμήμα μεσαίου εύρους (50 – 100 λίρες): Αντιπροσωπεύει το 30% της αγοράς, προσφέρει μια ευρύτερη ποικιλία στυλ και περιοχών, συμπεριλαμβανομένων κρασιών από μικρότερους παραγωγούς και ορισμένων κρασιών υψηλής ποιότητας σε προσφορά.
· Τμήμα Premium (Πάνω από 100 λίρες): Αυτό το τμήμα, στο 15% της αγοράς, περιλαμβάνει σπάνια και υψηλής ποιότητας κρασιά, συχνά από φημισμένες περιοχές και οινοποιούς, καθώς και από ορισμένους αγγλικούς αμπελώνες.
Γενικά, τα κρασιά χαμηλότερης κατηγορίας χάνουν σε όγκο πωλήσεων, ενώ τα κρασιά super premium και άνω παρουσιάζουν ανάπτυξη, αν και με επιβράδυνση του ρυθμού της.