Με τους κύριους πυλώνες άσκησης της αμερικανικής περιβαλλοντικής πολιτικής να παραμένουν κατά βάση επικεντρωμένοι στην ανάληψη επιλεγμένων τομεακών πολιτικών, (έναντι πχ ευρωπαϊκών ολιστικού τύπου πολιτικών), η αποκεντρωμένη στρατηγική των Η.Π.Α παρέχει σημαντική αυτονομία στις εκάστοτε πολιτείες στην ανάπτυξη και επιβολή περιβαλλοντικών κυρώσεων.
Οι τοπικές κυβερνήσεις επομένως, αναδεικνύονται ως βασικοί ρυθμιστές στην εφαρμογή κανονισμών και επιβολή κυρώσεων:
Όρια εκπομπών, νόμοι για καθαρό αέρα και νερό, καθώς και επιδοτήσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σε αντίθεση με το ενιαίο, γενικό σχέδιο του Green Deal της Ε.Ε, ανήκουν στην ρυθμιστική δικαιοδοσία των πολιτειών και των σχετικών οργάνων τους. Εν τούτοις, παρά την κατακερματισμένη αυτή πολιτική στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, υπηρεσίες ομοσπονδιακής κυβέρνησης, όπως η Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος, (EPA), εξακολουθούν να ορίζουν ως ένα βαθμό τα εθνικά πρότυπα και πολιτικές.
Ενδεικτικά αναφέρουμε το πρόγραμμα του εν λόγω φορέα, «Green Chill» διενεργούμενο σε εθελοντική βάση, με αντικείμενο τη σύμπραξη με την βιομηχανία τροφίμων και λιανεμπορίου και στόχο τη μείωση εκπομπών ψύξης και αποτυπώματος άνθρακα στο στρώμα όζοντος της ατμόσφαιρας, καθώς και την βέλτιστη διαχείριση παραγωγικών φάσεων υψηλών ενεργειακών απαιτήσεων, όπως για παράδειγμα, η διαδικασία ψύξης των προϊόντων.
Η βασική παράμετρος του προγράμματος, συνίσταται στην παροχή στα supermarkets και σε ενδιαφερομένους του κλάδου, πληροφοριών και τεχνικής βοήθειας, για τη μετάβαση σε περισσότερο φιλικές προς το περιβάλλον βιομηχανικές πρακτικές: Για παράδειγμα, εδώ μεγάλη εμπορική επιχείρηση αλυσίδας πολυκαταστημάτων «Meijer» με έδρα την πόλη Grand Rapids του Michigan, έλαβε προσφάτως σύμφωνα με οικείο δημοσίευμα έγκριτου κλαδικού περιοδικού Progressive Grocer, διάκριση από εν λόγω πρόγραμμα για την ενεργή εναρμόνισή της με το πρόταγμα της οικολογικής μετάβασης, εκπέμποντας πολύ χαμηλότερο ποσοστό εκπομπών ψυκτικού μέσου σε επίπεδο εταιρείας από λοιπές εταιρίες του κλάδου.
Ειδικότερα, η εταιρία Meijer, διακρίθηκε για βέλτιστη διαχείριση ποσοστού εκπομπών άνθρακα, ο οποίος είναι πολύ κατώτερος του μέσου όρου 25% του κλάδου. Αυτό κατέστη εφικτό, με αξιοποίηση τεχνικών όπως μείωση του ποσοστού διαρροής ψυκτικού μέσου, μείωση ποσότητας χρησιμοποιούμενου ψυκτικού και εφαρμογή βέλτιστων περιβαλλοντικών πρακτικών με υιοθέτηση αποτελεσματικότερων τεχνολογιών ψύξης.
Πρόκειται για ιδιωτική, οικογενειακή, επιχείρηση κατά κύριο λόγο, με δίκτυο άνω των 500 supermarkets, παντοπωλείων, αγορών της γειτονιάς και τοποθεσιών εξπρές σε όλη την περιοχή των Μεσοδυτικών Πολιτειών. Στην λίστα των παντοπωλείων που επίσης αναγνωρίζονται από το πρόγραμμα “GreenChill” για ενεργή συμμόρφωσή τους με το ζητούμενο της πράσινης οικονομίας, περιλαμβάνονται και μικρότερης εμβέλειας καταστήματα τροφίμων, όπως, Hy-Vee, K-VA-T, Brookshire Grocery Co. και BriarPatch Food Co-op, δραστηριοποιούμενα εντός της γεωγραφικής περιοχής Μεσοδυτικών Πολιτειών ΗΠΑ.
Είναι πάντως αξιοσημείωτο ότι τον τελευταίο καιρό ολοένα και περισσότερο εντείνεται η στροφή του καταναλωτικών προτιμήσεων στα «βιώσιμα παντοπωλεία», γεγονός που ενισχύεται και από τον τρόπο με τον οποίον προβάλλονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το διαδίκτυο γενικότερα, (ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι σε πολλά καταστήματα e-shopping, η βιωσιμότητα έχει αναχθεί σε ξεχωριστή επιλογή καθορισμού αγοραστικού ενδιαφέροντος των χρηστών.